Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

Ενδικοφανής προσφυγή.

Το  Υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε την παρακάτω οδηγία σχετικά με την νέα διαδικασία προσφυγής κατά πράξεων της φορολογικής διοίκησης.

. Τι είναι η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης; 

Η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών είναι ειδική αποκεντρωμένη υπηρεσία, επιπέδου Διεύθυνσης, υπαγόμενη απευθείας στον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και ασκεί, μεταξύ άλλων, τις κατωτέρω αρμοδιότητες: 

α) Την επανεξέταση των πράξεων της φορολογικής διοίκησης στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας, κατόπιν υποβολής ενδικοφανούς προσφυγής. 

β) Την εξέταση αιτημάτων αναστολής της καταβολής του 50% του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης.

2. Σε ποιες περιπτώσεις μπορώ να υποβάλω ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης; 

Ο υπόχρεος, εφόσον αμφισβητεί ρητές πράξεις που εκδίδονται σε βάρος του από τη φορολογική αρχή από 1/8/2013 και εφεξής, πριν από την προσφυγή του στη Διοικητική Δικαιοσύνη, οφείλει να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή ενώπιον της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων με αίτημα επανεξέτασης στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας. 

Από 1η Ιανουαρίου 2014 η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης θα λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 (Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας), οπότε θα κρίνει και τις σιωπηρές αρνήσεις των οργάνων της φορολογικής αρχής. Σημειώνεται ότι για την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγή ενώπιον της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης δεν απαιτείται παράβολο. 

3. Μπορώ να υποβάλω άλλου είδους διοικητική προσφυγή κατά των πράξεων που προσβάλλονται με την ενδικοφανή προσφυγή; 

Όχι. Η άσκηση οποιασδήποτε άλλης διοικητικής προσφυγής κατά των υποκειμένων στην ενδικοφανή προσφυγή πράξεων των φορολογικών αρχών είναι απαράδεκτη.  

4. Μπορώ να ασκήσω προσφυγή απευθείας στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια κατά των πράξεων που υπόκεινται σε ενδικοφανή προσφυγή;

Όχι. Η άσκηση προσφυγής απευθείας στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια κατά των υποκειμένων στην ενδικοφανή προσφυγή πράξεων των φορολογικών αρχών είναι απαράδεκτη. 

5. Μέσα σε ποια προθεσμία μπορώ να ασκήσω ενδικοφανή προσφυγή; 

Η ενδικοφανής προσφυγή ασκείται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών που αρχίζει από την κοινοποίηση της πράξεως, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. 

6. Σε ποια υπηρεσία θα καταθέσω την ενδικοφανή προσφυγή; 

Η ενδικοφανής προσφυγή κατατίθεται στην αρμόδια φορολογική αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη. Σε περιπτώσεις κατάργησης ή αναστολής λειτουργίας, κατά περίπτωση, της φορολογικής αρχής ή τμήματος ή γραφείου αυτής, που εξέδωσε την πράξη, η ενδικοφανής προσφυγή υποβάλλεται στη Δ.Ο.Υ. υποδοχής. 

7. Ποιος μπορεί να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή; 

Η ενδικοφανής προσφυγή υποβάλλεται από τον υπόχρεο και εν γένει από κάθε πρόσωπο του άρθρου 64 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. 

Ειδικότερα, η ενδικοφανής προσφυγή ασκείται: 

-για σχολάζουσα κληρονομιά από τον κηδεμόνα,

-για επιδικία από τον προσωρινό διαχειριστή,

-για μεσεγγύηση από το μεσεγγυούχο,

-για πτωχεύσαντα από το σύνδικο,

-για ανήλικο από τον ασκούντα τη γονική μέριμνα ή τον επίτροπο και επί πλειόνων από τον έναν από αυτούς,

-για πρόσωπο που τελεί σε δικαστική συμπαράσταση από το δικαστικό συμπαραστάτη

-για θανόντα φορολογούμενο από τους κληρονόμους του. 

Για τις όλες τις ως άνω περιπτώσεις, υποχρεωτικώς με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής συνυποβάλλονται και τα νομιμοποιητικά έγγραφα από τα οποία προκύπτουν οι παραπάνω ιδιότητες.

8. Με ποιο τρόπο μπορώ να υποβάλω αίτημα αναστολής καταβολής του 50% του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης; 

Ο υπόχρεος έχει δικαίωμα να υποβάλει, ταυτόχρονα με την ενδικοφανή προσφυγή και αίτημα αναστολής της καταβολής του πενήντα τοις εκατό (50%) του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης.

Το αίτημα αναστολής είτε συμπεριλαμβάνεται στο έγγραφο της ενδικοφανούς προσφυγής είτε υποβάλλεται αυτοτελώς με ιδιαίτερο έγγραφο που κατατίθεται την ίδια ημέρα με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής. 

9. Σε ποιες περιπτώσεις μπορεί να γίνει δεκτό το αίτημα αναστολής; 

Η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης δύναται να αναστείλει την πληρωμή του 50% του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης, μόνο στην περίπτωση κατά την οποία κρίνεται ότι η πληρωμή θα είχε ως συνέπεια ανεπανόρθωτη βλάβη για τον υπόχρεο. 

10. Ποια στοιχεία πρέπει να συνυποβάλλω με την αίτηση αναστολής; 

Με την αίτηση αναστολής συνυποβάλλονται στην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης και τα αποδεικτικά στοιχεία με τα οποία τεκμηριώνονται οι ισχυρισμοί του αιτούντος και απαραιτήτως υπεύθυνη δήλωση στην οποία ο αιτών δηλώνει : 

α) τα παγκόσμια έσοδα ή εισοδήματά του από κάθε πηγή κατά το προηγούμενο και κατά το τρέχον οικονομικό έτος και β) την περιουσιακή του κατάσταση στην Ελλάδα και οπουδήποτε στην αλλοδαπή κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης αναστολής. 

-Αν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο, δηλώνονται και τα παγκόσμια έσοδα ή εισοδήματα από κάθε πηγή κατά το προηγούμενο και κατά το τρέχον οικονομικό έτος, καθώς και η περιουσιακή κατάσταση οπουδήποτε στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή του ή της συζύγου και των ανηλίκων τέκνων αυτού κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης αναστολής. 

-Αν ο αιτών είναι νομικό πρόσωπο ή οποιασδήποτε μορφής νομική οντότητα, δηλώνονται και τα παγκόσμια έσοδα ή εισοδήματα από κάθε πηγή κατά το προηγούμενο και κατά το τρέχον οικονομικό έτος, καθώς και η περιουσιακή κατάσταση οπουδήποτε στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή, κατά το χρόνο κατάθεσης της αίτησης αναστολής, των συνδεδεμένων νομικών προσώπων με τον αιτούντα καθώς και των φυσικών προσώπων που σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις ευθύνονται ατομικά για τις φορολογικές υποχρεώσεις του αιτούντος. Ως συνδεδεμένο νομικό πρόσωπο για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, νοείται η σύνδεση με σχέση άμεσης ή έμμεσης ουσιώδους διοικητικής ή οικονομικής εξάρτησης ή ελέγχου, λόγω συμμετοχής του αιτούντος στο κεφάλαιο ή τη διοίκηση του άλλου νομικού προσώπου ή λόγω συμμετοχής των ιδίων προσώπων στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση και των δύο νομικών προσώπων. 

Η περιουσιακή κατάσταση περιλαμβάνει ιδίως τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε ακίνητα, τις καταθέσεις οποιουδήποτε είδους και τα συναφή τραπεζικά προϊόντα (πρέπει να δηλώνονται έστω και αρνητικά, δηλαδή ότι δεν υπάρχουν), τις επενδύσεις σε κινητές αξίες, τα μηχανοκίνητα ιδιωτικά μέσα μεταφοράς, τα δάνεια και τις δωρεές, τις μετοχές, τα μερίδια, τα δικαιώματα ψήφου ή συμμετοχής σε κεφάλαιο σε οποιασδήποτε μορφής νομική οντότητα, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 51Α του Κ.Φ.Ε. (ν.2238/94) και τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε κινητά αξίας άνω των 10.000 ευρώ. Μαζί με την περιουσιακή κατάσταση δηλώνεται από τον αιτούντα και η εκτιμώμενη αγοραία αξία των περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτήν. Για τα ακίνητα δηλώνεται και η αντικειμενική αξία αυτών. Αν ο αιτών τηρεί λογιστικά βιβλία του Κ.Φ.Α.Σ. κατά τη διπλογραφική μέθοδο, με την αίτηση αναστολής συνυποβάλλονται ο τελευταίος ισολογισμός και το τελευταίο αναλυτικό ισοζύγιο γενικής λογιστικής του τρέχοντος οικονομικού έτους. 

Αίτηση αναστολής που δεν συνοδεύεται από τα παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία απορρίπτεται. 

11. Σε πόσες ημέρες εκδίδεται απόφαση επί του αιτήματος αναστολής; 

Η απόφαση επί του αιτήματος αναστολής εκδίδεται εντός 20 ημερών από την υποβολή της αίτησης στη φορολογική αρχή. Εάν δεν εκδοθεί απόφαση εντός 20 ημερών από την υποβολή της αίτησης στη φορολογική αρχή, η αίτηση αναστολής θεωρείται ότι έχει απορριφθεί. 

12. Μέχρι πότε ισχύει η αναστολή της πληρωμής του 50% του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης που χορηγείται από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης; 

Η αναστολή ισχύει μέχρι την κοινοποίηση της απόφασής επί της ενδικοφανούς προσφυγής στον υπόχρεο, άλλως μέχρι την άπρακτη πάροδο του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος για την έκδοσή της. 

13. Η αναστολή της πληρωμής του 50% του αμφισβητούμενου ποσού της πράξης απαλλάσσει από την υποχρέωση καταβολής προσαυξήσεων (ή προστίμου από 1-1-2014); 

Η αναστολή της πληρωμής δεν απαλλάσσει τον υπόχρεο από την υποχρέωση καταβολής προσαυξήσεων (ή προστίμου από 1-1-2014) λόγω εκπρόθεσμης καταβολής του φόρου. 

14. Ποιο είναι το περιεχόμενο της ενδικοφανούς προσφυγής;

Η ενδικοφανής πρέπει να αναφέρει τα ακριβή στοιχεία του υπόχρεου, την προσβαλλόμενη πράξη, τους λόγους, τους ισχυρισμούς και τα έγγραφα στα οποία ο υπόχρεος βασίζει το αίτημά του, τη διεύθυνση στην οποία θα συντελούνται οι κοινοποιήσεις των αποφάσεων, των πράξεων και των λοιπών εγγράφων της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης, την διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τα εν γένει στοιχεία επικοινωνίας με τον υπόχρεο, τον ορισμό αντικλήτου και τα πλήρη στοιχεία επικοινωνίας με αυτόν (όνομα,επώνυμο, πατρώνυμο, επάγγελμα, διεύθυνση επικοινωνίας, τηλέφωνο,τηλεομοιοτυπία, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο). Σε κάθε περίπτωση μεταβολής των στοιχείων επικοινωνίας που επήλθε μετά την υποβολή του αιτήματος της ενδικοφανούς προσφυγής, ο υπόχρεος οφείλει να γνωστοποιεί εγγράφως αυτά στην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης, διαφορετικά οι κοινοποιήσεις γίνονται νομίμως βάσει των αρχικά δηλωθέντων στοιχείων. 

15. Ποια στοιχεία πρέπει να συνυποβάλω με την ενδικοφανή προσφυγή; 

Ο υπόχρεος ταυτόχρονα με την υποβολή της ενδικοφανούς προσφυγής, συνυποβάλλει: 

α. Τα έγγραφα στα οποία βασίζει το αίτημά του. 

β. Ηλεκτρονικό φάκελο (σε οπτικό δίσκο - CD ή USB κλπ.), στον οποίο περιλαμβάνονται σε μαγνητική μορφή και σε οποιαδήποτε αναγνώσιμη μορφή αρχείου: 

αα) η υποβληθείσα ενδικοφανής προσφυγή, 

ββ) η αίτηση αναστολής σε περίπτωση αυτοτελούς υποβολής, 

γγ) τα έγγραφα και δικαιολογητικά που επικαλείται (σε ηλεκτρονικά αρχεία), 

γ. Υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 ν. 1599/1986, με την οποία δηλώνεται το ακριβές του περιεχομένου των στοιχείων του ηλεκτρονικού φακέλου. 

16. Σε ποιες περιπτώσεις θα κληθώ να εκφράσω τις απόψεις μου εγγράφως ή προφορικώς ενώπιον της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης για τους λόγους που προβάλλονται με την ενδικοφανή προσφυγή; 

Η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης, εάν το κρίνει απαραίτητο, δύναται εντός της οριζόμενης προθεσμίας για την έκδοση της απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής, να καλεί τον υπόχρεο εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών, προκειμένου αυτός να εκφράσει τις απόψεις του εγγράφως ως προς τα σχετικά ζητήματα και τους προβαλλόμενους με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής λόγους και ισχυρισμούς. 

Στις περιπτώσεις που με την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής προσκομισθούν στην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης νέα στοιχεία ή γίνει επίκληση νέων πραγματικών περιστατικών, ο υπόχρεος καλείται σε ακρόαση, προκειμένου να εκφράσει εγγράφως τις απόψεις του, αναπτύσσοντας τους προβαλλόμενους με την ενδικοφανή προσφυγή λόγους και τα τυχόν συνυποβαλλόμενα σε αυτήν νέα στοιχεία ή τα επικαλούμενα με το αίτημά του νέα πραγματικά περιστατικά σύμφωνα με τα παραπάνω οριζόμενα. Ως νέα στοιχεία ορίζονται αυτά τα οποία δεν είχε στη διάθεσή της η φορολογική αρχή και δεν ήταν δυνατόν να τα λάβει υπ' όψιν της κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης. 

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον κατά την κρίση της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης συντρέχει λόγος, η διενεργούμενη ακρόαση διεξάγεται και προφορικώς σε καθορισμένη ώρα και ημερομηνία εντός της Υπηρεσίας, ώστε ο υπόχρεος να αναπτύξει λεπτομερέστερα τους διαλαμβανόμενους στο έγγραφο της ακρόασής του ισχυρισμούς και τα τυχόν συνυποβαλλόμενα με την ενδικοφανή προσφυγή νέα στοιχεία ή τα επικαλούμενα με το αίτημά του νέα πραγματικά περιστατικά. Ο υπόχρεος παρίσταται αυτοπροσώπως ή με εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο με βάση ειδικό πληρεξούσιο έγγραφο με θεώρηση του γνήσιου της υπογραφής από την κατά νόμο αρμόδια αρχή. 

Σε κάθε άλλη περίπτωση, ο αιτών αναμένει την κοινοποίηση της απόφασης επί της ενδικοφανούς προσφυγής ή την πάροδο της προθεσμίας προς έκδοση της απόφασης και δεν είναι αναγκαίο να επικοινωνεί με την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης για παροχή πληροφοριών ή συμπληρωματικών στοιχείων σχετικά με την υπό εξέταση υπόθεση. 

17. Σε ποια προθεσμία εκδίδεται απόφαση επί της ενδικοφανούς προσφυγής; 

Η Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης εκδίδει απόφαση, η οποία κοινοποιείται στον υπόχρεο, εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία υποβολής της ενδικοφανούς προσφυγής στην αρμόδια φορολογική αρχή. 

Ειδικά για τις περιπτώσεις ενδικοφανών προσφυγών που υποβάλλονται στην αρμόδια φορολογική αρχή μέχρι τις 28.2.2014, η προθεσμία έκδοσης και κοινοποίησης στον υπόχρεο της απόφασης, επεκτείνεται σε 120 ημέρες. Εάν εντός της κατά τα ανωτέρω προθεσμίας δεν εκδοθεί ή δεν κοινοποιηθεί απόφαση στον υπόχρεο, τότε θεωρείται ότι η ενδικοφανής προσφυγή έχει απορριφθεί από την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης και ο υπόχρεος έχει λάβει γνώση αυτής της απόρριψης κατά την εκπνοή της ανωτέρω προθεσμίας. 

18. Μπορώ να προσφύγω στα Διοικητικά Δικαστήρια κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης; 

Κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης ή της σιωπηρής απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής λόγω παρόδου της προθεσμίας προς έκδοση της απόφασης, ο υπόχρεος δύναται να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Δικαστηρίου σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Προσφυγή στα διοικητικά δικαστήρια απευθείας κατά της πράξης προσδιορισμού φόρου που εξέδωσε η φορολογική αρχή είναι απαράδεκτη. 

19. Ποια είναι η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης; Έχω υποχρέωση να ενημερώσω την Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης για την άσκηση προσφυγής στα Διοικητικά Δικαστήρια; 

Η προσφυγή κατατίθεται από τον υπόχρεο στη γραμματεία της έδρας του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται, εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση σε αυτόν της απόφασης της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης ή της σιωπηρής απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής λόγω παρόδου της προθεσμίας προς έκδοση ή κοινοποίηση της απόφασης στον υπόχρεο. 

Με επιμέλεια του υπόχρεου και επί ποινή απαραδέκτου άσκησης της προσφυγής, απαιτείται η επίδοση επικυρωμένου αντιγράφου του δικογράφου της προσφυγής στην Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης, μέσα σε 20 ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας για την άσκηση της προσφυγής. 

20. Πώς υπολογίζεται το ποσό του παραβόλου για την άσκηση της προσφυγής ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Δικαστηρίου; 

Προκειμένου να υπολογισθεί και να καταβληθεί το προβλεπόμενο κατά περίπτωση ποσό παραβόλου με βάση το ποσό του αντικειμένου της διαφοράς που προσδιορίσθηκε με την απόφαση της Υπηρεσίας Εσωτερικής Επανεξέτασης, ο υπόχρεος, κατά την κατάθεση της προσφυγής, απευθύνεται στη φορολογική αρχή που εξέδωσε την αμφισβητούμενη πράξη, η οποία συντάσσει και χορηγεί σε αυτόν ειδικό σημείωμα, σύμφωνα και με την παράγραφο 3 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.

υργείο Οικονομικών


Δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.


üΑγορά ή χρηματοδοτική μίσθωση αυτοκινήτων, σκαφών κ.λ.π.
üΑγορά ή χρονομεριστική ή χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων ή ανέγερση. οικοδομών ή κατασκευή δεξαμενής κολύμβησης.
üΧορήγηση δανείων προς οποιονδήποτε.
üΗ ετήσια δαπάνη για δωρεές, γονικές παροχές ή χορηγίες (>300 €).
üΑπόσβεση δανείων ή πιστώσεων οποιασδήποτε μορφής.

Δικαιολόγηση πώλησης ακινήτου αλλοδαπής


Έλληνας με φορολογική κατοικία στην Ελλάδα, πρόκειται να έλθει σε συμφωνία σε  χώρα με την
οποία η Ελλάδα δεν έχει διμερή σύμβαση αποφυγής της φορολογίας. Συγκεκριμένα θα παραχωρήσει ακίνητο
που κατείχε στην ξένη χώρα σε ντόπιο και θα λάβει το τίμημα σε ξένη τράπεζα. Πως θα δικαιολογήσει το
χρηματικό ποσό τι παραστατικό απαιτείται, βάσει ποιας εγκυκλίου, σε ποιο κωδικό του Ε1 θα καταχωρηθεί.
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Γενικά, οι διατάξεις του άρθρου 17 του ΚΦΕ που αναφέρονται στον προσδιορισμό της ετήσιας αντικειμενικής
δαπάνης απόκτησης (τεκμήριο απόκτησης) δεν αφορούν μόνο τα περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα, ΕΙΧ κ.λπ.)
που ο φορολογούμενος αποκτά στην Ελλάδα, αλλά και τυχόν αγορές που πραγματοποιούνται στο εξωτερικό.
Συνεπώς, οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας οφείλουν να εμφανίζουν στην ετήσια δήλωση φορολογίας
εισοδήματος (έντυπο Ε1) και τα ποσά που καταβάλλουν για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων στο
εξωτερικό (σχετ. Πολ. 1207/1991). Με τον τρόπο αυτό θα προσδιορισθεί το συνολικό (παγκόσμιο) τεκμαρτό
εισόδημα το οποίο εν συνεχεία θα συγκριθεί με το παγκόσμιο πραγματικό εισόδημα, (που, επίσης, θα πρέπει
να εμφανίζεται στο εν λόγω έντυπο) κατά την εκκαθάρισης της δήλωσης.
Στην προκειμένη περίπτωση, λοιπόν, ο φορολογούμενος που λαμβάνει εντός του 2013 το τίμημα από την
πώληση κατοικίας στο εξωτερικό, θα πρέπει να δηλώσει το ποσό αυτό στους κωδ. 781 – 782 του πίνακα 6. Το
ποσό αυτό θα ληφθεί υπόψη στην εκκαθάρισης της φορολογικής δήλωσης, ως μειωτικό στοιχείο της
αντικειμενικής δαπάνης. Ως δικαιολογητικό της πώλησης αυτής, θα χρησιμοποιηθεί το επίσημο έγγραφο της
πώλησης της συγκεκριμένης οικίας (συμβόλαιο), νομίμως μεταφρασμένο στην ελληνική γλώσσα στο οποίο θα
πρέπει αναφέρεται και το τίμημα της πώλησης, καθώς και ο χρόνος της είσπραξής του.
Αντιθέτως, σε περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν έχει στο παρελθόν προβεί σε δήλωση του εισοδήματος
που αποκτούσε από πηγές εξωτερικού στην Ελλάδα, διότι θεωρούνταν κάτοικος εξωτερικού, μπορεί να προβεί
σε εισαγωγή συναλλάγματος και να μεταφέρει το ποσό που θα εισπράξει από την πώληση του ακινήτου από
την ξένη χώρα στην Ελλάδα. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η εισαγωγή συναλλάγματος από
φορολογούμενους κάτοικους Ελλάδας μπορεί να πραγματοποιηθεί και να δηλωθεί στους ανωτέρω κωδικούς
του Ε1 (781-782), δίχως να απαιτείται η δικαιολόγηση της απόκτησης αυτού του συναλλάγματος, εφόσον ο
φορολογούμενος (παρ. 2, του άρθρου 19, του ΚΦΕ):
α) είχε διαμείνει τρία (3) τουλάχιστον χρόνια στην αλλοδαπή και η εισαγωγή του συναλλάγματος γίνεται μέσα
σε δύο (2) χρόνια από τη μετοικεσία του και
β) είχε διαμείνει πέντε (5) τουλάχιστον συνεχή χρόνια στην αλλοδαπή και το επικαλούμενο ποσό
συναλλάγματος προέρχεται από καταθέσεις στο όνομά του ή στο όνομα του άλλου συζύγου σε τράπεζα της
Ελλάδας ή σε υποκατάστημα Ελληνικής τράπεζας στο εξωτερικό κατά το χρόνο που διέμεναν στην αλλοδαπή ή
από καταθέσεις τους μέσα σε ένα (1) χρόνο από τη μετοικεσία τους στην Ελλάδα χωρίς το συνάλλαγμα αυτό να
έχει επανεξαχθεί στην αλλοδαπή. Η προϋπόθεση της μη επανεξαγωγής του συναλλάγματος δεν απαιτείται για
το ποσό εκείνο του συναλλάγματος που έχει επανεξαχθεί στην αλλοδαπή για την απόκτηση περιουσιακού
στοιχείου από εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 17 εφόσον η δαπάνη για την απόκτηση αυτού του στοιχείου
έχει ληφθεί υπόψη κατά την εφαρμογή των άρθρων 17 ή 19.
Ως δικαιολογητικό για την αιτιολόγηση της εισαγωγής του συναλλάγματος απαιτείται το πρωτότυπο του, κατά
περίπτωση, εκδιδόμενου από κάθε Τράπεζα παραστατικού, με την προϋπόθεση ότι περιέχει το ονοματεπώνυμο
του δικαιούχου του εισαγόμενου χρηματικού ποσού, το ύψος του ποσού, το νόμισμα και τη χώρα προέλευσης
(Πολ. 1130/2002).
Αν όμως ο φορολογούμενος της προκειμένης περίπτωσης δεν εμπίπτει στις παραπάνω προϋποθέσεις θα πρέπει
πέρα από την δικαιολόγηση της εισαγωγής του συναλλάγματος να προσκομίσει και δικαιολογητικά που
αιτιολογούν την απόκτηση αυτού στην αλλοδαπή. Τέτοια δικαιολογητικά μπορεί να είναι όπως προαναφέραμε
το επίσημο έγγραφο της πώλησης της συγκεκριμένης οικίας (συμβόλαιο), νομίμως μεταφρασμένο στην
ελληνική γλώσσα.

Έκπτωση των ασφαλιστικών εισφορών από τα ακαθάριστα έσοδα.



Επιτηδευματίας, που διατηρεί ατομική επιχείρηση με απλογραφικά βιβλία δεν καταχώρισε τις ασφαλιστικές
εισφορές που κατέβαλε στον ΟΑΕΕ στο βιβλίο του. Η καταχώριση του συνολικού ποσού στο τέλος του έτους,
όπως συμβαίνει και με τα ενοίκια, ώστε αυτές να αναγνωριστούν προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα
επιτρέπεται ή όχι σύμφωνα με τον ΚΦΑΣ;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Σύμφωνα με την νέα υποπερ. (εε), της περ. α, της παρ. 1, του άρθρου 31 του ΚΦΕ, όπως αυτή προστέθηκε με
το άρθρο 3 της παρ. 45 του Ν. 4110/2013, (ισχύς για τα εισοδήματα και τις δαπάνες που αποκτώνται ή
πραγματοποιούνται κατά περίπτωση, από το οικονομικό έτος 2014, ήτοι από την χρήση 2013 και μετά),
εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, προκειμένου να εξευρεθεί το καθαρό εισόδημα (σε
απλογραφικά, ή διπλογραφικά βιβλία), το ποσό της δαπάνης των εισφορών που καταβάλλονται σε ταμεία
ασφάλισης, εφόσον η καταβολή τους είναι υποχρεωτική από το νόμο, καθώς και το ποσό των
καταβαλλόμενων εισφορών στις περιπτώσεις προαιρετικής ασφάλισης σε ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο.

Ατομική επιχείρηση απασχολεί τη σύζυγο.Χρειάζεται ασφάλιση;


 Η σύζυγος έχει όμως κατά περιόδους ευκαιριακή απασχόληση ως
μισθωτή σε άλλες επιχειρήσεις και από τις οποίες λαμβάνει κάποια ελάχιστα ένσημα μέσα στο έτος. 1) Σε
έλεγχο από το ΙΚΑ ή ΣΕΠΕ κινδυνεύει ο επαγγελματίας (ο σύζυγος) με πρόστιμο για ανασφάλιστη εργασία
10.500,00 ευρώ; 2) Τι εννοεί η παράγραφος 1 του άρθρου 1 του νόμου 1759/1988;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Σύμφωνα με το άρθρο 1, της παραγράφου 1, του νόμου 1759/1988, υπάγονται σε ασφάλιση του ΙΚΑ -ΕΤΑΜ, τα
πρόσωπα που παρέχουν εργασία εντός των ορίων της χώρας, κατά κύριο επάγγελμα, σε εργοδότες με τους
οποίους είναι σύζυγοι, ή συγγενείς πρώτου και δευτέρου βαθμού συγγένειας, εφόσον για την εργασία τους
αυτή δεν υπάγονται υποχρεωτικά ή προαιρετικά στην ασφάλιση άλλου φορέα κύριας ασφάλισης.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την υπάρχουσα νομολογία (ΣτΕ 749/1966, αλλά και Εφετείο Αθηνών, Απόφαση:
3435/1975), η εργασία που παρέχεται σε συγγενικά πρόσωπα, κυρίως από ηθική υποχρέωση και χωρίς
αμοιβή, δεν θεωρείται εξαρτημένη εργασία και συνεπώς δεν είναι ασφαλιστέα στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ. Σημειώνεται ότι
με βάση τα ισχύοντα, ως εξαρτημένη εργασία, χαρακτηρίζεται αυτή κατά την οποία, ο εργαζόμενος ευρίσκεται
υπό τις εντολές και την καθοδήγηση του εργοδότη, ο οποίος καθορίζει τον τόπο εκτέλεσης της εργασίας,
καθώς και τον χρόνο απασχόλησής του, στο πλαίσιο των προβλεπομένων, στον τομέα αυτόν, από την
Εργατική Νομοθεσία. Υπογραμμίζεται ότι κατά την ίδια έννοια, δεν θεωρείται ασφαλιστέα εργασία στο ΙΚΑ-
ΕΤΑΜ, η προσφορά υπηρεσιών για φιλανθρωπικούς ή επιστημονικούς- ερευνητικούς σκοπούς.
Με βάση τα ανωτέρω, λοιπόν, θα πρέπει στην προκειμένη περίπτωση να εξεταστεί αν:
α) η εργασία της συζύγου στην επιχείρηση αποτελεί την κύρια δραστηριότητά της και
β) για την εργασία αυτή που προσφέρει είναι ασφαλισμένη σε κάποιο άλλο φορέα κυρίας ασφάλισης (πλην
του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ).
Αν ισχύει η περ. α και δεν ισχύει η περ. β, τότε η σύζυγος θα πρέπει να ασφαλιστεί κανονικά στον
ασφαλιστικό φορέα ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, ακολουθώντας τις διαδικασίες που απαιτούνται για την πρόσληψη (απογραφή
σε ΙΚΑ-ΕΤΑΜ του εργοδότη, αν απασχολείται για πρώτη φορά εργαζόμενος στην επιχείρησή του, δήλωση
αναγγελίας πρόσληψης στον ΟΑΕΔ, υποβολή αρχικού ή συμπληρωματικού πίνακα στο ΣΕΠΕ, κατά περίπτωση,
κ.λπ.).
Στην περίπτωση που η εργασία της συζύγου αποτελεί δευτερεύουσα δραστηριότητα χωρίς αμοιβή, τότε δεν
υφίσταται η υποχρέωση για ασφάλιση στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ. Ωστόσο, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στο
θέμα, δεδομένου ότι σε περίπτωση επιτόπιου ελέγχου, τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, θα
εξετάσουν τα πραγματικά περιστατικά για το αν υπάρχει πράγματι υποχρέωση ασφάλισης, αναζητώντας όλα
εκείνα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν τον προσωρινό και ευκαιριακό χαρακτήρα της απασχόλησης της
συζύγου. H προσωρινή εργασία της συζύγου σε άλλους εργοδότες δεν προσδίδει το
χαρακτήρα της κύριας απασχόλησης και συνεπώς είναι αμφίβολο κατά πόσο η εργασία που παρέχεται στην
επιχείρηση του συζύγου μπορεί να θεωρηθεί προσωρινή ή ευκαιριακή ή ότι ασκείται χωρίς αμοιβής από ηθική
υποχρέωση